Το ζήτημα του Κέντρου Υγείας Αίγινας είναι πολλαπλό και σύνθετο.
Συνηθίζεται στις μέρες μας οι επικρίσεις από τους χώρους, τις κινήσεις και τις οργανώσεις να εστιάζουν ενάντια στις νεοφιλελεύθερες μεταρρυθμίσεις στον τομέα της υγείας ήδη από τη δεκαετία του ’90 μέχρι και σήμερα. Αυτοί οι αγώνες ή οι προσπάθειες που έχουν τις συνδικαλιστικές και κομματικές ή κινηματικές -γενικά- αφετηρίες αφορούν την ιδιωτικοποίηση του τομέα της υγείας, τις ελλείψεις σε προσωπικό, τις μειώσεις στους μισθούς, την εφαρμογή ελαστικοποιημένων εργασιακών σχέσεων, το κόστος για τη νοσηλεία και περίθαλψη, την εισβολή του ιδιωτικού τομέα σε τομείς του δημόσιου συστήματος. Επίσης αφορούν και διαχρονικά ζητήματα όπως τις προμήθειες του απαραίτητου ιατροφαρμακευτικού υλικού, την υποβάθμιση και εγκατάλειψη οργανισμών που άπτονται του χώρου (ΕΟΦ, ερευνητικός τομέας), τα πρόσωπα που νέμονται θέσεις στο χώρο, τη γραφειοκρατία την ίδια που παραμένει σε μεγάλο επίπεδο ανεπαρκής, τον κακό σχεδιασμό. Σ’ αυτό το ρεύμα προστέθηκε κι άλλος κόσμος που περιστασιακά, ειδικά μετά τις μεταρρυθμίσεις που πραγματοποιήθηκαν στο πλαίσιο των μνημονιακών συμβάσεων, συμμετέχει σε δράσεις.
Από την άλλη, η προώθηση του μνημονίου στο πλαίσιο της στρατηγικής του διχασμού και της διχοτόμησης της κοινωνίας κι έχοντας βέλη από τη φαρέτρα του παρελθόντος, στάθηκε περισσότερο στα εσωτερικά κακά του συστήματος υγείας. Και ποια είναι αυτά; Ο γιατρός που “την κοπανάει” απ’ τη δουλειά, ο διευθυντής που παίρνει μίζες, ο αναισθησιολόγος που ζητάει πουρμπουάρ, ο χειρουργός που παίρνει φακελάκι, ο τραυματιοφορέας που τον ψάχνεις και δεν τον βρίσκεις, οι τόσοι πολλοί και κάθονται κλπ. Επίσης αυτό ρεύμα που στηρίζεται κυρίως από τα ΜΜΕ και τις μνημονιακές κυβερνήσεις βασίζεται στα δεινά της πολυφαρμακίας ή των δωρεάν διαγνώσεων αλλά και στις πολλές δομές υγείας οι οποίες “κοστίζουν για το κράτος”. Από την άλλη τα επιχειρήματα ολοκληρώνονταν με τις παραθέσεις των μισθών απέναντι σε στρώματα που πλήττονταν δίπλα σε κίβδηλες υποσχέσεις για καλύτερη πρωτοβάθμια και δευτεροβάθμια περίθαλψη. Οι προσπάθειες δε, του ακροδεξιού υπουργού υγείας Γεωργιάδη οι οποίες ναι μεν κατέστρεφαν τα περιφερειακά ιατρεία του ΙΚΑ αλλά επαγγέλλονταν αντίστοιχη κάλυψη στα νοσοκομεία δεν βρήκαν ανταπόκριση κι αυτό δεν είχε να κάνει -απλά- με την απόφαση του ακροδεξιού υπουργού, αλλά με το ίδιο το ποιον της πλειοψηφίας των γιατρών που χρησιμοποιούσαν τις δομές αυτές ως μια εύκολη εργασιακή “λύση”-δομές που βεβαίως εξυπηρετούσαν πολύ κόσμο σε γειτονιές.
Η υπόθεση της υγείας είναι μια σύνθετη υπόθεση που αφορά και τα πραγματικά προβλήματα αλλά τα “προσχήματα”. Στο όνομα των μεν και των δε, ο διχασμός δεν αφήνει να ανοίξει μια πραγματική ανάλυση για την υγεία και την περίθαλψη αλλά και ζητήματα που αφορούν την πραγματική σχέση του ανθρώπου με τον άνθρωπο.
Στην Αίγινα, το Κέντρο Υγείας αντιμετώπιζε προβλήματα ελλείψεων (ιατρικών ειδικοτήτων, νοσηλευτικό και βοηθητικό προσωπικό, υποδομές κλπ) από παλιά, με ανεπίκαιρο τον καταστατικό του οργανισμό λόγω μεγέθυνσης του πληθυσμού της Αίγινας και πολλαπλασιασμού της το καλοκαίρι και στις διακοπές ή στις σχόλες. Το ζήτημά του βρέθηκε σε ένα αντίστοιχο για τα δεδομένα δίπολο, μπροστά στην κηρυγμένη κρίση και στις περικοπές και στις επώδυνες ελλείψεις: Από τη μια ήταν οι γνωστοί άνθρωποι που κάνουν αισθητή την παρουσία τους σε εκδηλώσεις, συνελεύσεις, απεργίες, συγκεντρώσεις, διανομές κειμένων κλπ. προτάσσοντας την καθολική, δημόσια και δωρεάν υγεία, μαζί με ελάχιστους του τομέας της υγείας στην περιοχή, οι οποίοι μιλούσαν για τις περικοπές, τις ελλείψεις, τους κινδύνους για τον πληθυσμό. Από την άλλη οι επίσημες δημοτικές αρχές, οι περιφερειακές ή νομαρχιακές, οι εκκλησιαστικές, οι υπεύθυνες διευθύνσεις υγείας, το κατ’ όνομα και ευφημισμόν “νοσοκομείο” Αίγινας (το οποίο είναι μια παθολογική κλινική στην οποία δεν καλύπτεται καν 24ωρη εφημερία ιατρού) ένα σημαντικό τμήμα των ιδιωτών-αλλά με φαεινές εξαιρέσεις, που ευθυγραμμίστηκαν με τα μνημονιακά μέτρα, στον μεταξύ τους ανταγωνισμό για την πελατεία, στην υποβάθμιση ή χρήση του Κέντρου Υγείας. Δίπλα σε αυτές τις αναφορές θα μπορούσαν να προστεθούν διάφοροι φορείς που ενισχύουν το ανύπαρκτο νοσοκομείο Αίγινας ή ένα ρεύμα ανθρώπων κυρίως μέσα από φορείς που βρίσκουν ένα εύκολο, σίγουρο και ευκρινή στόχο για τις φιλανθρωπικές τους επιδόσεις. Πρακτικά, όμως στο συνονθύλευμα αυτό έθεσαν τη στήριξη του “νοσοκομείου” ως πηγή στραγγίσματος ασθενών βάζοντας και τους ιδιώτες να εργαστούν σε αυτό και να υποβαθμίσουν το Κέντρο Υγείας ως ένα χώρο με υποδομές που θα μπορούσαν να τις χρησιμοποιήσουν οι ιδιώτες γιατροί και γιατί όχι; και το “νοσοκομείο”, που αρνήθηκε τη δεδομένη στιγμή ίδρυσης του ΕΣΥ να ενταχθεί σε αυτό.
Τα πράγματα όμως είναι πέρα από τις απλουστεύσεις και τα δίπολα. Διότι το ίδιο το Κέντρο Υγείας δεν πάσχει μόνο από τις γενικές εξελίξεις των περικοπών ή ελλείψεων ή θεσμικών αλλαγών στην κατεύθυνση της φιλελευθεροποίησης του θεσμού της Υγείας αλλά έχει και δομικά προβλήματα που αφορούν το σύνολο της παρασιτικής λειτουργίας των υπηρεσιών που προσφέρει. Κι αυτά οφείλονται κατ’ εξοχήν στον ανθρώπινο παράγοντα. Πολύς κόσμος στην καθημερινότητά του (στο καφενείο, στα ψώνια, σε οικείες συνάξεις, σε τυχαίες συναντήσεις κλπ.) και χωρίς διάθεση μεγιστοποίησης και διακρίνοντας την ήρα από το σιτάρι, αναφέρεται στα παρακάτω σαν τα πιο σημαντικά συμπτώματα ενός αποστήματος που δε λέει να σπάσει:
-σοβαρή παραβίαση ωραρίου
-οι διοικήσεις αντί να προστατεύουν τα συμφέροντα του ασθενούς, προστατεύουν τους ημετέρους μέλη από το προσωπικό που συμπεριφέρεται αντιδεοντολογικά
-υπερβολικές άδειες για μέρος του προσωπικού του Κέντρου Υγείας
-απαράδεκτες διαγνώσεις
-σωρηδόν παραπομπές διακομιδών για το θαλάσσιο ταξί
-παραπομπές διακομιδών χωρίς παρουσία γιατρού
-εμμονή και επιμονή για φάρμακα που δεν δικαιολογούνται
-εγκατάλειψη θέσης σε ώρα εργασίας
-μη τήρηση εφημεριών ετοιμότητας
-αδιαφορία και άγνοια για την επίσημη προμήθεια ιατροφαρμακευτικού υλικού
καθώς και άλλα μικρότερης σημασίας γεγονότα με αποτέλεσμα τον προσανατολισμό του συνόλου του πληθυσμού της Αίγινας να προτιμά την πρακτική λύση: να μην επισκεφτεί το Κέντρο Υγείας ή να πληρώσει ιδιώτη γιατρό.
Όλα αυτά βεβαίως δεν μπορούν να αποδειχθούν αφού η ιατρική δεοντολογία είναι ένα λάστιχο στα χέρια των επιστημονικών συντεχνιών είτε των συνδικαλιστικών συντεχνιών που προστατεύουν τα μέλη τους ενώ οι διοικήσεις έχουν το άβατο και μάλιστα στον “ιερό χώρο της υγείας”. Κι ακόμα περισσότερο όταν οι ίδιοι οι παθόντες προτιμούν να απέχουν από τα δικαιώματά τους κοιτώντας “πρακτικά” την εξέλιξη της υγείας τους και μόνο. Έτσι φτάνουμε σε ένα λαό που τα σημαντικά του προβλήματα τα λέει “στο καφενείο, στα ψώνια, σε οικείες συνάξεις, σε τυχαίες συναντήσεις κλπ.”. Κι αυτό δε δείχνει διέξοδο.
Η συνεπής στάση και δράση ενός τοπικού συμβουλίου για την υγεία στην περιοχή, μαζί με άλλα “ζητήματα” υγείας αλλά και πρακτικές δράσεις που έχουν αποτέλεσμα στον κόσμο είναι κάτι παραπάνω από αναγκαία.