Το παρακάτω κείμενο είναι ένα κείμενο κριτικής, απολογισμού και ξεκαθαρίσματος για το άμεσο μέλλον. Ανάμεσα στην «μνημονιακή» κατάθλιψη που πλήττει όσους είναι αδύνατο να συμβιβαστούν με τη σημερινή απραξία και στην «ιδεολογική» χαρά από την οποία εμφορείται ένα μέρος αυτής της απραξίας, οφείλουμε πολύ λίγοι άνθρωποι να αντιτάξουμε ένα μικρό χωρόχρονο αντιστάσεων και προτάγματος. Τόσο τοπικό όσο και οικουμενικό. Τόσο μερικό όσο και συνολικό. Με τις πολλές αδυναμίες μας και τις λίγες δυνάμεις μας. Σε αυτήν την προσπάθεια κεντρικό ρόλο έχει η κριτική πεπραγμένων στα οποία συμμετείχαμε. Κι αυτά, από άποψη χρόνου δεν είναι τόσο μακρινά για να μην τα θυμόμαστε ούτε τόσο κοντινά για να μας συνθλίβουν. Μετά από 6 χρόνια ένας απολογισμός για τους «αγανακτισμένους Αίγινας» είναι πρώτο απαραίτητο βήμα για να προχωρήσει αυτό που έμεινε πίσω από αυτήν τη μικρή περίοδο.
Απόπειρα κριτικής παρουσίασης είχε γίνει στο παρελθόν με αρκετή πίστη όμως σε μια νέα προσπάθεια που έπαιρνε σάρκα και οστά εκείνη την περίοδο, από ανθρώπους της περιόδου «αναβρασμού» 2010-2012. Σε εκείνη την περίοδο που γεννιόταν κάτι «νέο» (Ομάδα προβληματισμού και παρέμβασης στην Αίγινα) από το κέλυφος του «παλιού» (Συνέλευση+), η κριτική στην περίοδο αυτή δεν θα μπορούσε να έχει μεγάλο βάθος. Το κατά πόσο «νέο» ήταν αυτό θα κριθεί ίσως μετά από κάποιο χρονικό διάστημα εύλογο, όταν κάτι νέο θα ξαναγεννηθεί. γκ
Η «Συνέλευση» ξεκίνησε ως συγκέντρωση από ένα αρχικό κάλεσμα μέσω των κοινωνικών μέσων δικτύωσης που εν τέλει λειτουργούν ως δί-χτυα και όχι δί-κτυ-α. Ο ενθουσιασμός δίπλα στην αφελή διάθεση πως όλα μπορούν να γίνουν για μας, αρκεί «εμείς» να το βροντοφωνάξουμε σε «αυτούς» (κι «αυτοί» θα τρομάξουν και θα ενδώσουν), δίπλα στην ανασφαλή άτυπη χρήση ενός απουσιολογίου (ποιος ήρθε-ποιος δεν ήρθε), δίπλα σε κάθε «ριζοσπαστική» πρόταση προς όλους χωρίς τη στοιχειώδη ευθύνη ανάληψης, δίπλα στο μιμητισμό των μεγάλων γεγονότων στην Ευρώπη και της αραβικής «άνοιξης», δίπλα στον «πατριωτισμό» ως απάντηση στο «οι έλληνες κοιμούνται» των ισπανών ιντικάντος καθώς και άλλων σκηνών κάλλους που εκτυλίχθηκαν, έδειξαν ότι το ρεύμα αυτό επιθυμούσε, στο σύνολό του, την επιστροφή του «χωρίς ΠΑΣΟΚ με λεφτά». Στην «Ανοιχτή Συνέλευση Αγανακτισμένων Αίγινας» μετά από αυτήν την πρώτη στιγμή του αρχικού ενθουσιασμού όπως και σε όλη την Ελλάδα, το μεγαλύτερο τμήμα του κόσμου που συμμετείχε ως ευκαιρία να στείλει ένα μήνυμα στην κυβέρνηση, αποχώρησε πολύ γρήγορα. Ο τουρισμός από την άλλη, στο νησί, είναι μια αδήριτη πραγματικότητα και δεν επιτρέπει ούτε τις μικρές υπερβάσεις. Η φαιδρότητα κάποιων συνθημάτων (π.χ. για το πάχος του Πάγκαλου κλπ.), οι αλλοπρόσαλλες προτάσεις, οι ασυνεπείς συμμετοχές στις συναντήσεις, το πήγαινε-έλα, η απορρυθμίσεις των διαδικασιών, η «παύση» του Αυγούστου, η επιθυμία του καθενός σχεδόν να τα πει όλα σε λίγο χρόνο, η ένταξη του «θερινού» τμήματος της συνέλευσης στην τουριστική ατραξιόν στο νησί, ήταν μόνο μερικά δείγματα για την έλλειψη, όχι εμπειρίας αλλά, σοβαρότητας, υπευθυνότητας και μιας σχετικής αυταπάρνησης (αυταπάρνησης όχι στα όρια της αυτοπυρπόλησης ή της πρόταξης των στηθών απέναντι στα βόλια του εχθρού). Οι εναπομείναντες είμαστε κυρίως «ξενοκαρφίτες», δηλαδή μέτοικοι και κάποιοι άλλοι επίσης μέτοικοι που ανήκουν σε μια οριοθετημένη «κοινότητα» στην Αίγινα [καλλιτέχνες, εισοδηματίες μικροί και μεγάλοι, συνταξιούχοι (όχι οι πιο πλούσιοι όχι οι πιο φτωχοί) και οι συν αυτώ] κόσμος δηλαδή που πόρρω απέχει από την καθημερινή ζωή της Αίγινας. Δείγμα αυτής της τάσης ήταν η αντίδραση -κρυφή και φανερή- μελών της «κοινότητας» για ερώτημα που εκτίθετο μεταξύ άλλων για το ζήτημα του νερού στο Δημοτικό Συμβούλιο Αίγινας: «Για ποιο λόγο, εδώ και χρόνια, υπάρχει ακόμα το δικαίωμα κατασκευής ιδιωτικής πισίνας στην οποία χρησιμοποιείται νερό του δικτύου»; Μα οι φίλοι τους είχαν πισίνες, με τους ΒΙΠΙΡΙΖΑ ήταν κολλητοί και στη συνέχεια αυτούς στήριξαν για «να σκίσουμε» μαζί τα μνημόνια. Κάποια άλλα δείγματα που σχετίζονται με παθογένειες ήταν: πορείες μαζί με ανθρώπους που έγιναν υπουργοί της «αριστεράς», ΙΧ πορεία (και με κάποια ακριβά αυτοκίνητα με μαύρες σημαίες), η μετατροπή του θέματος της εκδήλωσης με το Γλέζο («Άμεση Δημοκρατία») σε εκδήλωση στήριξης του ΣΥΡΙΖΑ, μέλη της Συνέλευσης που δεν απεργούσαν απαιτούσαν την αλλαγή ώρας της συγκέντρωσης προκειμένου να έχουν σχολάσει για να «συμμετέχουν», προτάσεις του τύπου: κατάληψη του κτιρίου των φυλακών, συνέλευση κάθε μέρα, χτίσιμο των τραπεζικών καταστημάτων Αίγινας, η πρόταση σε περαστικό που δήλωσε οικονομολόγος να είναι ομιλητής σε εκδήλωση στου Μάρκελου, τραβηγμένες απ’ τα μαλλιά δηλώσεις του τύπου: «Δεν θα φύγουμε από τις πλατείες μέχρι να φύγουν αυτοί που μας οδήγησαν εδώ: Κυβερνήσεις , τρόικα, τράπεζες , μνημόνια και όσοι μας εκμεταλλεύονται όλα αυτά τα χρόνια»-μιλάμε για προεπαναστατική περίοδο στην Αίγινα. Κι άλλα δείγματα θα μπορούσαν να ανθολογηθούν ως εσωτερικές αδυναμίες αυτής της προσπάθειας.
Έτσι συνέχισή της, μετά τις διακοπές του Αυγούστου, είχε ένα χαρακτήρα κυρίως παιγνιώδη και ατμόσφαιρας κουλτούρας ή μια κρυφοελιτίστικης διάκρισης από ντόπιο πληθυσμό («εμείς και εμείς», «τι κάνουν οι αιγινήτες» κλπ) και αρκετά φειδωλή για την περίσταση των υψηλών απαιτήσεων της εποχής των μνημονίων και της φτωχοκτονίας. Παράλληλα, ραγδαία εξελισσόταν σε ομάδα γνωστών που έδιναν ραντεβού για να συναντηθούν. Χαρακτηριστικό ήταν ότι η «ανοιχτή συνέλευση» πραγματοποιούταν όχι σε έναν εύλογο χρόνο όπου υπήρχε η σχόλη για τους περισσότερους κατοίκους στο νησί (π.χ. Κυριακή πρωί) αλλά σε ημέρα και ώρα που μπορούσαν τα «μέλη» αφού είχαν εξασφαλίσει ότι θα συνεχίσουν απρόσκοπτα τις ιδιαίτερες καλλιτεχνικές τους ασχολίες («Κυριακή κοιμόμαστε», «Δευτέρα έχουμε χορωδία», «Τετάρτη έχουμε θέατρο» «Πέμπτη έχουμε το μπήξε, το δείξε» κλπ). Οι αναφορές των περισσοτέρων μελών ήταν κυρίως από τη συνέλευση (και εκείνη την εποχή φάντασμα) του Συντάγματος καθώς και ό,τι είχε να κάνει με μια επικαιρότητα στην Αθήνα (πορείες, διαδηλώσεις κλπ). Η προσπάθεια για μια παράλληλη δομή διαβούλευσης απαλλαγμένης από τον καταναγκασμό του τρίπτυχου εισήγηση-πρόταση-ψήφιση, που θα έδινε τη δυνατότητα να εμβαθύνουμε χωρίς αυτό να επιβαρύνει τους χρόνους της συνέλευσης, δεν ευδοκίμησε. Από την άλλη κυριάρχησε η ανευθυνότητα της διαρκούς αλλαγής της ατζέντας καθώς και της ακαθόριστης πρότασης για δράσεις χωρίς την παραμικρή ανάληψη ευθύνης. Στην κυριολεξία ό,τι να ‘ναι προτάσεις γινόντουσαν στο λεπτό για να ξεχαστούν στο επόμενο λεπτό ή στην επόμενη συνέλευση. Όποιος ή όποια βρει κάποτε τα βιβλία των πρακτικών των συνελεύσεων μάλλον θα πιστέψει ότι τη διετία 2011-2012 η Αίγινα ήταν σε προεπαναστατική περίοδο.
Το χειμώνα κι αφού τα μέλη της συνέλευσης με δυσκολία και σχετική πλειοψηφία απέκλεισαν την πρόταση για να μεταφερθεί σε βίλα «γνωστής» κάποιων μελών, οι συναντήσεις συνεχίστηκαν στα καφενεία του παλιού δημαρχείου ενώ για μια μικρή περίοδο μέλη παρακολουθούσαν τα δημοτικά συμβούλια, Πότε-πότε με κάποιες φωνές υπήρξαν και κάποιες διαμαρτυρίες (για την εκπαίδευση, στα γραφεία της ΔΕΗ, πανελλαδικές γενικές απεργίες με κινητοποιήσεις των φορέων του νησιού όπως η αποτυχημένη στις 05/10/2011, κλπ). Η συνέλευση όμως ταξίδεψε και 3-4 φορές στο Μεσαγρό και στην Αγιά-Μαρίνα. Δεν ήταν άσχημα αν εξαιρέσει κανείς ότι στο καφενείο τις περισσότερες φορές οι άνθρωποι ήταν λίγο αμήχανοι στο να συμμετέχουν στη συνέλευση. Από την άλλη όμως και η συνέλευση ευλογούσε ένα ολόκληρο χειμώνα την περίπτωση της παρέμβασης για τη συγκοινωνία μεταξύ των χωριών. Ένα ζήτημα τέθηκε, άμεσο, κατανοητό, καυτό για τις «τοπικές κοινωνίες»-όχι για μας, αβανταδόρικο και η συνέλευση το ξέχασε μεταθέτοντάς το. Οπότε προς τι η «εμπιστοσύνη» της τοπικής κοινωνίας; Αργότερα που πλησίαζαν οι εκλογές άρχισε το ενδιαφέρον να πέφτει αφού σχεδόν όλοι-ες ήταν ψηφοφόροι ή μέλη του τοπικού ΣΥΡΙΖΑ. Ταυτοχρόνως ανέβηκε το ενδιαφέρον για τον αντιφασισμό. Αυτό ήταν. Μετά την πορεία που οργάνωσαν οι πειραιώτες χρυσαβγίτες με τη βοήθεια ενός ντόπιου που ήταν και ο μόνος που εκτέθηκε στο νησί, κατέληξαν σε εκδήλωση-συζήτηση σε μαγαζί που οι «αγανακτισμένοι» ιδιαιτέρως το τιμούσαν με την παρουσία τους. Αυτό ήταν το εναρκτήριο λάκτισμα για να ξεχαστούν τα πάντα (αποφάσεις, εκκρεμότητες, τοπικά, γενικά κλπ). «Αντιμετωπίζουμε φασιστική εισβολή» ήταν -στο περίπου- το βασικό κρεσέντο. Αυτό λοιπόν σκέπασε κάθε τι από την προηγούμενη προσπάθεια-έγινε στην κυριολεξία φερετζές κι έτσι η συνέλευση κατέληξε στην εξής σημαντική απόφαση για την ίδρυση αντιρατσιστικού φεστιβάλ στο νησί, λες και είμαστε κάποια πολιτεία του αμερικανικού νότου. Μάλιστα, έγινε το 1ο αντιρατσιστικό φεστιβάλ υπό τη σκέπη μιας αδιόρατης απειλής, μιας πληροφορίας ραδίου-αρβύλας που έλεγε ότι θα πλακώσουν στο νησί για δεύτερη φορά πολλοί χρυσαβγίτες. Και το φεστιβάλ θα τους απέτρεπε ή θα δημιουργούσε μια άμυνα τέλος πάντων απέναντι σε αυτούς. Αυτό ήταν και το τελευταίο αντιρατσιστικό φεστιβάλ, το οποίο προφανώς πέτυχε τους στόχους του, οπότε προς τι το 2ο;
Από την άλλη, η εποχή και μάλιστα σε ένα νησί τουριστικό καταδείκνυε την κρίση του μεταπρατικού-παρασιτικού μοντέλου. Απέναντι σε μια τέτοια δυναμική που ήταν σοβαρή συνιστώσα για την ιδιαιτερότητα της ελληνικής κρίσης, δράσεις της συνέλευσης περιορίστηκαν στην «εναλλακτική οικονομία» του ανταλλακτικού-χαριστικού. Άπειρες ώρες συζητήσεων για τα περιφερειακά του ζητήματος της «εναλλακτικής οικονομίας», προσκλήσεις σε ειδικούς για να καταλήξουν και οι ίδιοι στο αυτονόητο ερώτημα «τι παράγετε εδώ»; Τίποτε. Έτσι μια προσπάθεια προσέγγισης για την παραγωγική ανασυγκρότηση εξανεμιζόταν στο «ελάτε να πιάσουμε ένα κτήμα», «ελάτε στο κτήμα μου» ή στην «ανταλλακτική» οικονομία υπήρξαν και μέλη που αντάλλασσαν χειρωνακτική εργασία στους κήπους τους με …«φοδραρίσματα ρούχων» ή «εκμάθηση κρουστών»… Η αστειότητα όλης αυτής της «φάσης» πήρε διαστάσεις με μεγαλεπήβολες προτάσεις που εν τέλει δεν προέκυψε φυσικά τίποτε. Δεν θα μπορούσε ούτως ή άλλως ο/η οποιο(α)(σ)δήποτε να πράξει κάτι σοβαρό σε αυτήν την κατεύθυνση, και λόγω επαγγελματικών ταυτοτήτων και γιατί όλα αυτά γινόντουσαν ως εξευγενισμένα χόμπι, συνήθως από όσους είχαν χρήμα και χρόνο.
Οι όποιες προτάσεις προκειμένου αυτή η συσσωμάτωση ανθρώπων να αποκτήσει ένα χαρακτήρα θέσεων και στόχων και πιθανώς μιας τοπικής αυτόνομης δυναμικής απέβη άκαρπη αφού η λαίλαπα του ΣΥΡΙΖΑ που είχε ήδη βάλει πλώρη για την κυβέρνηση από το 2011 είχε σαρώσει κάθε προσπάθεια αφύπνισης της λογικής. Τα λίγα κείμενα που γράφτηκαν, η προετοιμασία για κάποιες δράσεις που έγιναν ή που δεν έγιναν, έπεσαν στους ώμους λίγων κυρίως ανθρώπων της «συνέλευσης» η οποία μέχρι και τον Οκτώβριο του 2011 είχε ήδη περιοριστεί οριστικά σε λίγα μέλη τα οποία έφεραν τη σφραγίδα της. Από κει και μετά και μέχρι τις τελευταίες δράσεις της, το καλοκαίρι του 2012, είχε ήδη εκφυλιστεί σε μια παρέα ανθρώπων («θα συζητάμε και τα γκομενικά μας»-ακούστηκε και αυτό) που κρατούσαν το «όνομα» μέχρι και την σχεδόν πλήρη υπαγωγή των τελευταίων στη νέα «ανοιχτή» δομή των μελών του τοπικού ΣΥΡΙΖΑ, μιας τοπικής κατάστασης που ανέπνεε κυρίως από τα κεντρικά γραφεία κι από τις Βίλες Πισίνες Ριζοσπαστικής Αριστεράς στα ορεινά του νησιού. Μάλλον η ιδέα της συνέλευσης «κάηκε» και άφησε ένα κακό προηγούμενο αν και μέσω αυτής έγιναν πιο γνωστές οι επιθυμίες λίγων για να συνεχιστεί κάποια άλλη προσπάθεια ενώ αποκτήθηκε και μια σχετική εμπειρία από τη δημοκρατική λειτουργία της.
Συμπερασματικά: Η Συνέλευση Αγανακτισμένων Αίγινας ξεκίνησε όχι από κάποιες δυνάμεις αγώνα που ούτως ή άλλως δεν υπήρχαν αλλά από το facebook, ακολουθώντας ως ένα βαθμό τη συνέλευση του Συντάγματος στα προτάγματα, και στις κινητοποιήσεις. Έζησε περίπου ένα χρόνο ενώ εκφυλίστηκε ως πολιτικός οργανισμός στο τέλος της, σε μια κλειστή παρέα ανθρώπων που κυρίως προσανατολίζονταν στο ΣΥΡΙΖΑ, στον αντι-φασισμό, στις «εναλλακτικές οικονομίες» και στην «ιδεολογία» της χαράς. Από το καλοκαίρι μέχρι το φθινόπωρο του ίδιου χρόνου δημιουργίας της, σταθεροποιήθηκε αριθμητικά, με αποτέλεσμα ένα πλήθος εκδηλώσεων, συγκεντρώσεων και παρεμβάσεων κυρίως την περίοδο του χαρατσιού όπως και στο Δημοτικό Συμβούλιο για τοπικά ζητήματα. Η προσπάθεια του χειμώνα 2011-12 που πραγματοποιήθηκε από συνελεύσεις της Αττικής για συντονισμό, απέτυχε, κι αυτό ακολούθησε ένα μαρασμό των ίδιων των Συνελεύσεων πανελλαδικά. Η αίσθηση που άφησε ήταν κυρίως η σύγχυση μεταξύ α)τοπικής ομάδας με διάθεση βελτίωσης της κατάστασης β)ριζοσπαστικού αντιεξουσιαστικού λόγου γ)ό,τι να ‘ναι προτάσεων για δράση με σοβαρές ανακολουθίες δ)παρέας που τα «έχουν βρει» και περνούν καλά ε)άτυπης συνιστώσας του ΣΥΡΙΖΑ στ)πεδίου δήθεν «εναλλακτισμού».
Διαπιστώθηκε η έλλειψη συνοχής μεταξύ αγνώστων ή απλά γνωστών, εφόσον δεν υπήρχε μια καθημερινότητα που να ακολουθεί τις διαδικασίες, μεταξύ ανθρώπων με αντιθετικούς προσανατολισμούς και με διαφορές εισοδήματος, με ανακολουθία και παλινωδίες επί των αποφάσεων, με διάσταση μεταξύ προτάσεων και ανάληψης ευθυνών καθώς και μια «φιλικού» τύπου λειτουργία παρόλο που ρητά ήταν μια ανοιχτή διαδικασία. Ήταν όμως από την άλλη, μια σημαντική ευκαιρία μέσα από την οποία, και ιδιαίτερα την περίοδο μεταξύ αρχών του καλοκαιριού-φθινοπώρου του 2011, «παραδόθηκαν μαθήματα»: για τα όρια που μπορεί να έχουν κάποιες δραστηριότητες σε ένα τουριστικό νησί, για τα όρια μεταξύ καφενείου και πραγματικότητας, για την πραγματική στόχευση ενός «εναλλακτικού» ενδιάμεσου χώρου στην Αίγινα που χρησιμοποιεί γεγονότα για την αναπαραγωγή του και για την ευζωία του, για την απομάκρυνση που προκαλεί η αυτοναφορικότητα της ιδεολογίας χωρίς την γείωση σε καθημερινά ζητήματα, για την έλλειψη συλλογικής στόχευσης που σε καθηλώνει, για την έλλειψη πολεμικής με αντιλήψεις που μετατρέπουν τις συλλογικότητες σε έναν άγευστο «χαρούμενο» χυλό. Αυτή ήταν η περίοδος των Αγανακτισμένων Αίγινας. Οι όποιες κατακτήσεις ή συνέχειες της ίδια παθολογίας θα φανούν στη συνέχεια, σε κάθε βήμα προσπαθειών είτε του «πολιτικού καφενείου» είτε της «Ομάδας». Ένας απολογισμός, με αυστηρότητα αλλά σαφήνεια, ακόμα κι αν δημιουργήσει «ξινίλες» ή ενστάσεις είναι χρήσιμος.